Τα μικρά και μεγάλα μυστικά της προπονητικής τέχνης είναι μια αναφορά σε εμπειρίες, γεγονότα και διαπιστώσεις μιας πολυετούς «διαδρομής» μέσα στα γήπεδα, στις σχολές προπονητών και στα σεμινάρια στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.
Η αξιολόγηση και καταγραφή αυτών των εμπειριών σε μια ορθολογική σειρά, εκτός από ανέφικτη, είναι και εντελώς υποκειμενική. Γι’ αυτό, καλείστε, να τις αξιολογήσετε και να τις χρησιμοποιήσετε αναλόγως.
Η ρεαλιστική προπόνηση, όπως αντιλαμβάνεστε, επιβάλλεται. Πολλές φορές όμως, όταν θέλουμε να βελτιώσουμε μια ατέλεια σε έναν παίκτη ή σε μια υποομάδα, π.χ. κάτι συγκεκριμένο, σχετικά με την δεξιοτεχνία-τακτική, τότε με την απαραίτητη πάντα προσοχή και αν κρίνουμε ότι αυτό μας εξυπηρετεί, οργανώνουμε το χώρο μη ρεαλιστικά, δίνοντας ταυτόχρονα και μη ρεαλιστικές οδηγίες, όπως π.χ. οργάνωση χώρου σε κύκλο, οργάνωση χώρου σε ολόκληρο το γήπεδο, αλλά στενότερο ή κοντότερο του κανονικού, παίξιμο της μπάλας με τη μία, παίξιμο της μπάλας με το εσωτερικό ή το εξωτερικό του ποδιού, σκοράρισμα μόνο με το κεφάλι, προπονητικά παιχνίδια με έναν ή δύο μπαλαντέρ κλπ.
«Ο προπονητής δεν πρέπει να είναι «μπαμπούλας», πρέπει να είναι δάσκαλος, καλός σύμβουλος, στοργικός πατέρας, δίκαιος, προστάτης, να έχει υπομονή και κατανόηση, να ξέρει να συγχωρεί, να ανταμείβει τις καλές προσπάθειες, να είναι ειλικρινής, μα πρώτα και πάνω από όλα, να είναι παράδειγμα προς μίμηση».
«Ο δρόμος είναι μακρύς και δύσβατος με τη θεωρία, ενώ με το παράδειγμα συντομεύεται κατά πολύ», Σενέκας.
«Μια εικόνα ίσον χίλιες λέξεις», Κινέζικη Παροιμία.
Η εφαρμογή των παραπάνω γνωμικών βρίσκει στο ποδόσφαιρο την πλήρη δικαίωσή τους. Η αγγλική προπονητική φιλοσοφία που στηρίζεται κατά 95% περίπου στην πρακτική, θεωρείται και είναι απόλυτα σωστή. Οι περισσότεροι προπονητές βέβαια, για πολλούς και διάφορους λόγους (μεγάλη ηλικία, ανεπαρκής τεχνική κατάρτιση σε διάφορους τομείς, κακή φυσική κατάσταση, φόβος αποτυχίας κλπ.), δεν μπορούν ή δεν θέλουν να δείξουν οι ίδιοι αυτό που επιθυμούν, μπορούν όμως να επιλέξουν τους κατάλληλους παίκτες, για να κάνουν αυτοί τη συγκεκριμένη επίδειξη γι’ αυτούς.
Συνήθως, η πρόοδος όλων των παικτών, όπως π.χ. τεχνική, δεξιοτεχνία, αντίληψη τακτικής, σωστή συμπεριφορά, αγωνιστική και μη, δεν είναι πάντα ίδια, με συνέπεια να επηρεάζεται δυσμενώς η περαιτέρω εξέλιξη των υπόλοιπων παικτών, αλλά και η εργασία του προπονητού. Σ’ αυτή την περίπτωση, ο προπονητής εντάσσει αυτούς τους παίκτες σε άλλο γκρουπ, μέχρι να μπορέσουν να φτάσουν και αυτοί στο επίπεδο των άλλων παικτών.
Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι παίκτες που παραμένουν στάσιμοι για πάντα και τούτο διότι, κατά κύριο λόγο, είναι ανεπίδεκτοι μαθήσεως. Αυτούς τους παίκτες οφείλει δυστυχώς ο προπονητής να τους τοποθετήσει σ’ άλλες μικρότερες κατηγορίες, δίνοντας τη θέση τους σε άλλους, περισσότερο ταλαντούχους.
Η εμπιστοσύνη των παικτών στις ικανότητες του προπονητού είναι καθοριστικής σημασίας για την ομαλή και απρόσκοπτη εκτέλεση της εργασίας του. Γι’ αυτό ο προπονητής, με την απαραίτητη πάντα προσοχή και μετριοπάθεια, πρέπει να αποδεικνύει καθημερινά τις γνώσεις του.
Η προπονητική ορολογία π.χ. πλάτος, βάθος, κινητικότητα διείσδυση, καθυστέρηση, ισορροπία, προσήλωση, «οβερλάπινγκ» κλπ., είναι χρήσιμη και απαραίτητη μεταξύ των προπονητών και των καθηγητών της προπονητικής τέχνης, καθώς επίσης και για την καλύτερη κατανόηση των συγγραμμάτων, που αναφέρονται στο ποδόσφαιρο. Η αναφορά αυτών των προπονητικών όρων, εκ μέρους των προπονητών, όταν απευθύνονται προς τους παίκτες τους, κατά τη διάρκεια των αγώνων ή των προπονήσεων, καλό είναι να αποφεύγεται. Η απλή προπονητική «γλώσσα» σε κάθε περίπτωση είναι προτιμότερη.
Η προπονητική είναι τέχνη και όχι επιστήμη. Κατά συνέπεια, ο προπονητής είναι τεχνικός και όχι επιστήμονας. Όταν όμως επιζητά διακρίσεις με την ομάδα του, εκτός από τη δική του εργασία, χρειάζεται απαραίτητα και τη βοήθεια της επιστήμης όπως π.χ., φυσική κατάσταση ποδοσφαίρου, πρώτες βοήθειες, διαιτησία, τραυματολογία, παιδιατρική, ψυχολογία, παιδοψυχολογία, διαιτολογία-διατροφολογία, ανατομία, πολιτική, κοινωνιολογία, θεολογία, διαχείριση-οικονομία, φυσικοθεραπεία, κλπ. Οι παραπάνω, είναι ειδικότητες που άλλες λίγο, άλλες πολύ, βοηθούν τον προπονητή να κάνει καλύτερα τη δουλειά του.
Η γνώση όλων αυτών των ειδικοτήτων, όπως είναι φυσικό, είναι αδύνατη. Δεν αποκλείεται βέβαια ο προπονητής, ταυτόχρονα με την προπονητική τέχνη, να γνωρίζει και κάποια από αυτές ή να έχει τουλάχιστον βασικές γνώσεις για τις κυριότερες από αυτές, όπως π.χ. φυσική κατάσταση ποδοσφαίρου, πρώτες βοήθειες, διαιτησία, ψυχολογία, για να μπορεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του άμεσα, αν χρειαστεί, αλλά και να μπορεί να συνεργάζεται και να συνεννοείται με τους ειδικούς.
Ποτέ όμως, κανένας προπονητής δεν μπορεί να είναι παντογνώστης και να αγνοεί την πολύτιμη προσφορά των ειδικών.
Η προπονητική τέχνη, όσο κι αν αυτό δεν είναι ευρύτερα παραδεκτό, έχει πολλές ομοιότητες με την ιατρική επιστήμη, όχι μόνο διότι και στην προπονητική επιβάλλεται πρώτα η διάγνωση πριν την προπόνηση (θεραπεία), αλλά γιατί και εδώ υπάρχουν διάφορες ειδικότητες, όπως οι προπονητές της δημιουργίας, που ασχολούνται κυρίως με τους νέους παίκτες, οι προπονητές των διοργανώσεων, που με τη σειρά τους ασχολούνται κυρίως με τις κατακτήσεις τίτλων, οι προπονητές τερματοφυλάκων κλπ.
Η προπονητική τέχνη είναι η έκφραση των γνώσεων του προπονητού με τον απλούστερο δυνατό τρόπο.
Η τελειότητα στη μάθηση της προπονητικής τέχνης είναι δρόμος και όχι προορισμός.
Όσο καλύτερα μαθαίνει ο προπονητής την τέχνη του, τόσο δυνατότερος γίνεται, ώστε να μπορεί να αντέχει στις συνεχείς «επιθέσεις» που δέχεται καθημερινά.
Το γενικό προπονητικό πρόγραμμα καταρτίζεται σύμφωνα με τους στόχους της ομάδος και την χρονική περίοδο ανάληψης των καθηκόντων του προπονητή.
Επιπροσθέτως όμως, πριν προχωρήσει ο προπονητής στον καταρτισμό του προγράμματος αυτού, καλό θα είναι να ενημερώνεται από την έκθεση του προηγούμενου συναδέλφου του (εάν υπάρχει βέβαια), καθώς επίσης και τα στατιστικά στοιχεία της ομάδος, π.χ. πόσα γκολ έχει δεχτεί, πόσα γκολ έχει πετύχει, πόσες νίκες έχει εντός και πόσες νίκες έχει εκτός έδρας την προηγούμενη αγωνιστική περίοδο κλπ., πάντα όμως με την απαραίτητη προσοχή και σοβαρότητα, διότι τα στοιχεία αυτά πολλές φορές δεν είναι αντικειμενικά.
Πολλές φορές, η προσπάθεια που κάνουμε στις προπονήσεις, παρά το γεγονός ότι έχει την απαραίτητη διάρκεια και ποιότητα, δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα και η πρόοδος είναι πολύ μικρή. Αυτό δεν πρέπει να μας απογοητεύει.
Είναι αποδεδειγμένο και σίγουρο ότι, εάν συνεχίσουμε την προσπάθειά μας με τον ίδιο ρυθμό, αργά ή γρήγορα, θα έχουμε τα αποτελέσματα που προσδοκούμε.
Για μια ακόμα φορά θα επισημάνω το αναμφισβήτητο γεγονός ότι οι καλές ομάδες απαρτίζονται από καλούς παίκτες και όπως είναι ήδη γνωστό, καλός παίκτης, σημαίνει δεξιοτέχνης παίκτης.
Ο δεξιοτέχνης παίκτης είναι μια σύνθεση θεϊκής δημιουργίας (ταλέντο), αλλά και ανθρώπινης παρέμβασης (προπονητική τέχνη και επιστήμη).
Ο υπεύθυνος και σωστά καταρτισμένος προπονητής, μπορεί να βοηθήσει απεριόριστα και αποτελεσματικά, κυρίως τους νέους ταλαντούχους παίκτες να φτάσουν σε υψηλά επίπεδα απόδοσης, στη σωστή τους ηλικία (περίπου 25 ετών) και όχι προς το τέλος της καριέρας τους, όπως δυστυχώς συμβαίνει συνήθως.
Η μείωση του χρόνου μάθησης των παικτών, είναι ίσως το σπουδαιότερο και ουσιαστικότερο κεφάλαιο της προπονητικής τέχνης. Εάν δεν υπήρχε η αναγκαιότητα της μείωσης του χρόνου μάθησης των παικτών, η προπονητική παρουσία στις ομάδες, δεν θα είχε τη σημασία που έχει τώρα και τούτο διότι οι παίκτες μπορούν με την πάροδο του χρόνου να διδαχτούν από τα λάθη τους και διορθώνοντάς τα, να φτάσουν στα επιθυμητά επίπεδα της δεξιοτεχνίας και της γνώσης.
Έτσι όμως, όπως προανέφερα, χρειάζεται πάρα πολύς χρόνος που οι ποδοσφαιριστές δεν διαθέτουν, λόγω της περιορισμένης διάρκειας της αγωνιστικής δράσης τους (γι’ αυτό η προπονητική παρέμβαση είναι απαραίτητη).
Εδώ, θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω ότι, εκτός από την έγκαιρη διόρθωση των λανθασμένων ενεργειών, μέσω της ρεαλιστικής προπόνησης που μειώνει το χρόνο μάθησης, ο προπονητής χρησιμοποιεί και άλλες μεθόδους της προπονητικής τέχνης, για να φτάσει γρηγορότερα στους στόχους του, εκτός από την μη ρεαλιστική προπόνηση.
Χρήσιμες προτροπές προς τους παίκτες είναι επίσης:
Να διαβάζουν βιβλία σχετικά με το ποδόσφαιρο.
Να έχουν ανοικτό μυαλό προς κάθε κατεύθυνση, αναζητώντας νέους τρόπους μάθησης.
Να βλέπουν αγώνες μεγάλων ομάδων.
Να παραδειγματίζονται, βλέποντας μεγάλους σε αξία παίκτες, όπως π.χ. ο Μέσι και ο Ρονάλντο.
Επίσης, ο προπονητής πρέπει να ενισχύει τον ελεγχόμενο ενθουσιασμό των παικτών του, ενημερώνοντάς τους για τη βελτίωση των επιδόσεών τους κ.τ.λ.
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο προπονητής πρέπει να είναι απλή και κατανοητή (ακόμα κι από ένα μικρό παιδί), χωρίς να επιδιώκεται ο λεκτικός εντυπωσιασμός.
Σημείωση: Οι παρακάτω πέντε αναφορές ανήκουν κατά σειρά στους: DAVE SEXTON, GORDON JAGO, JOE MARCER, MALCOM ALLISON και RON GREENWOOD. Επειδή τις θεωρώ χρήσιμες, σας τις παραθέτω μεταφρασμένες, ακριβώς όπως διατυπώνονται στο αγγλικό κείμενο.
«Μην προσπαθήσετε ποτέ να επιβληθείτε στους παίκτες σας με δικτατορικό τρόπο. Επίσης, μην προσπαθήσετε να επιβάλλετε τις ιδέες σας με το ζόρι. Συζητήστε μαζί τους τα προβλήματα που σας απασχολούν και βρείτε μαζί μια λύση. Ο δογματισμός οδηγεί πάντα στην ασυνεννοησία». (DAVE SEXTON)
«Παρατήρηση στους ποδοσφαιριστές κάνω μόνο, όταν δεν προσπαθούν. Ποτέ, όταν κάνουν λάθη, διότι λάθη κάνουμε όλοι μας. Το σωστό είναι να δουλεύουμε όλοι λίγο παραπάνω για να καλύπτουμε τα λάθη, όταν αυτά γίνονται». (GORDON JAGO)
«Καθ” όλη τη διάρκεια της καριέρας μου σαν προπονητής, πίστευα, χωρίς αμφιβολία, ότι η δύναμη έρχεται μέσα από την χαρά της δουλειάς. Δούλευα πάντως, με την βεβαιότητα ότι, όλοι όσοι ασχολούμαστε με το ποδόσφαιρο είμαστε αφοσιωμένοι σ’αυτό και ότι οι παίκτες θέλουν και προσπαθούν πάντα για το καλύτερο». (JOE MARCER)
«Πιστεύω ότι μπορούμε να ανεβάσουμε την ψυχολογία των παικτών, δείχνοντας ακέραιο και ασυμβίβαστο χαρακτήρα, ή ενθαρρύνοντάς τους να είναι πιο φιλικοί μαζί μας. Βέβαια εξαρτάται και από τον χαρακτήρα τους, ποιοι είναι και πώς αντιδρούν σε κάθε περίπτωση. Η επιρροή που έχουν οι προπονητές στους παίκτες, εξαρτάται από την προσωπικότητα των προπονητών. Θεωρούμε απαραίτητο ο προπονητής να είναι πολύ κοντά στους παίκτες για να μαθαίνει τι επηρεάζει τον ψυχικό τους κόσμο και τη φυσική τους κατάσταση γενικά». (MALCOM ALLISON)
«Πρέπει να «ελευθερώνουμε» τους παίκτες μας, κάνοντάς τους κυρίαρχους στην χρήση της μπάλας. Κάτω από όλες τις συνθήκες, αυτό θα τους επιτρέψει να σκέφτονται θετικά και να ενεργούν σωστά με την μπάλα ή χωρίς την μπάλα, εάν βέβαια διαθέτουν τα στοιχεία που χρειάζονται για να γίνουν καλοί παίκτες.
Η ποιότητα που ζητάμε από τους παίκτες μας, επιτυγχάνεται μόνο όταν αλλάζουμε την συμπεριφορά τους προς το καλύτερο και μαθαίνοντάς τους να έχουν καλές συνήθειες. Αυτό βέβαια, απαιτεί σωστή φιλοσοφία, ειλικρίνεια και αποφασιστικότητα από τον προπονητή». (RON GREENWOOD)
«Ποια είναι η γνώμη σας για τους παράγοντες και χορηγούς του ποδοσφαίρου»; Αυτή η ερώτηση τέθηκε από τον κορυφαίο Άγγλο δάσκαλο του ποδοσφαίρου ΕΡΙΚ ΓΟΥΕΡΘΙΓΚΤΟΝ, προς τους μαθητές της σχολής προπονητών ποδοσφαίρου στην Ωκεανία, όταν ήμουν εκπαδευόμενος καθηγητής προπονητών ποδοσφαίρου σ’ αυτήν. Οι απαντήσεις των παρευρισκομένων ήταν θετικές και αρνητικές, αυτό όμως που έχει μεγάλη σημασία, είναι η γνώμη του ίδιου του ΕΡΙΚ ΓΟΥΕΡΘΙΓΚΤΟΝ. «Οι παράγοντες και οι χορηγοί, μετά τους παίκτες και τους φιλάθλους, είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο του ποδοσφαίρου, διότι χωρίς την πολύτιμη υλική συμβολή τους και όχι μόνο, το ποδόσφαιρο θα ήταν καταδικασμένο σε μια διαρκή παρακμή».
Εγώ συμφωνώ, δεν ξέρω εσείς.
Η απόλαυση και η χαράς της προπόνησης είναι πολύ σημαντικό στοιχείο για μια επιτυχημένη καριέρα.
Άλλο καλός προπονητής και άλλο επιτυχημένος προπονητής. Ο καλός προπονητής είναι αυτός που γνωρίζει καλά την προπονητική τέχνη. Ο επιτυχημένος προπονητής είναι αυτός που έχει κατορθώσει να κάνει μεγάλη προπονητική καριέρα, χωρίς βέβαια το ένα να αποκλείει το άλλο.
Η αντιγραφή των προπονήσεων άλλων προπονητών, χωρίς πραγματικές γνώσεις, εκτός από αναποτελεσματικές είναι και επικίνδυνες προς κάθε κατεύθυνση. Οι προπονητές που δεν έχουν γνώσεις, δεν μπορούν μέσα από τη μελέτη των βιβλίων να αποκομίσουν όλα τα ωφέλιμα στοιχεία και τις πληροφορίες που περιέχουν.
Ο αυτοσεβασμός, η αυτογνωσία και η αυτοπεποίθηση είναι πολύτιμα στοιχεία για κάθε προπονητή ποδοσφαίρου. Απαραίτητη είναι επίσης η συχνή και ειλικρινής κριτική.
Η προπόνηση επιβάλλεται να έιναι απλή, κατανοητή και ευχάριστη.
Ένα από τα μεγαλύτερα μυστικά της «προπονητικής τέχνης» είναι η ισορροπία στις προπονήσεις για νέους παίκτες, η οποία έχει σχέση με την εκμάθηση της τεχνικής (δεξιοτεχνίας). Ο προπονητής επιβάλλεται να καθιερώσει στο πρόγραμμά του όσο το δυνατόν περισσότερα διασκεδαστικά παιχνίδια σε μικρούς ή μεγαλύτερους χώρους, ανάλογα με την ηλικία. Για τις ηλικίες από 8 έως 12 ετών, το παιχνίδι 7×7 είναι ιδανική άσκηση. Η επιλογή των διασκεδαστικών παιχνιδιών πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να βοηθούν στην εκμάθηση της τεχνικής – δεξιοτεχνίας, ή ακόμα καλύτερα να μην μπορούν να παιχτούν χωρίς καλή τεχνική – δεξιοτεχνία. Ο προπονητής που θα επιλέξει να μάθουν οι παίκτες του πρώτα την τεχνική του ποδοσφαίρου πριν παίξουν το παιχνίδι, θα διαπιστώσει ότι στο τέλος θα έχει μείνει χωρίς παίκτες, διότι θα έχουν φύγει όλοι, ψάχνοντας για κάτι πιο ευχάριστο και διασκεδαστικό (το παιχνίδι 7×7 παίζεται και από μεγαλύτερους σε ηλικία παίκτες, ακόμα και από επαγγελματίες).
Η πρακτική διδασκαλία στις σχολές προπονητών κοντά σε μεγάλους δασκάλους, μαζί με την πείρα της ποδοσφαιρικής και προπονητικής καριέρας είναι το Α και το Ω της προπονητικής τέχνης. Τα γραπτά και η θεωρία είναι βέβαια χρήσιμα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι αρκετά.
Η τεχνική και η δεξιοτεχνία τυπικά ασφαλώς και συνδέονται μεταξύ τους. Ουσιαστικά όμως η τεχνική εκτελείται από τον παίκτη με την μπάλα χωρίς αντίπαλο.
Η δεξιοτεχνία είναι η εκτέλεση από τον παίκτη της τεχνικής, αλλά εναντίον αντιπάλων, όπως είναι:
Οι ανώτεροι κατ’ αρχήν αντίπαλοι παίκτες και κατά συνέπεια οι ανώτερες ομάδες.
Το μεγάλο συνήθως ενδιαφέρον των επίσημων αγώνων, σε σχέση με την αδιαφορία των φιλικών και των προπονήσεων.
Οι κακές καιρικές συνθήκες.
Οι κακοί αγωνιστικοί χώροι.
Οι δύσκολες συνθήκες και καταστάσεις που αντιμετωπίζει ο παίκτης στους εκτός έδρας αγώνες.
Η κακή πολλές φορές συμπεριφορά των φιλάθλων .
Η κακή συμπεριφορά και των συμπαικτών του, φαινόμενο σπάνιο, αλλά υπαρκτό.
Η άδικη-λανθασμένη διαιτησία.
Οι μικροτραυματισμοί.
Οι περιορισμένοι χώροι εφαρμογής της τεχνικής (σε άκρες κυρίως του γηπέδου).
Ο περιορισμένος χρόνος και χώρος γενικά εκτέλεσης της τεχνικής, λόγω σωστού μαρκαρίσματος εκ μέρους των αντίπαλων παικτών.
Τα μικρά χρονικά περιθώρια που έχει να ενεργήσει ο παίκτης, λόγω λήξης της διάρκειας του αγώνος.
Η κακή ψυχολογική διάθεση.
Η κούραση από προηγούμενους συνεχείς αγώνες.
Ο φόβος της ήττας και όχι μόνο.
Η λύπη.
Η στεναχώρια.
Το άγχος.
Τα εξωγηπεδικά προβλήματα.
Ο δεξιοτέχνης παίκτης (κυρίαρχος της μπάλας), εκτός όλων των ανωτέρω, πρέπει ακόμα:
Να είναι συνεργάσιμος με όλους , συμπαίκτες, προπονητές, διοίκηση κτλ.
Να είναι πεισματάρης.
Να είναι ήρεμος-ψύχραιμος, για να μπορεί να αυτοσυγκεντρώνεται.
Να είναι γενναίος.
Να είναι αποφασιστικός στις ενέργειές του.
Να έχει φαντασία.
Να είναι μαχητής.
Να είναι γρήγορος στην σκέψη και στην κίνηση.
Να έχει αντοχή: διάρκεια στο παιχνίδι του.
Να έχει γενικά πολύ καλή φυσική κατάσταση.
Να έχει γνώσεις τακτικής (ατομικής-ομαδικής).
Και τέλος να σέβεται, αλλά να μην φοβάται τον αντίπαλο κτλ.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΥΝΑΔΙΝΟΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ
(Ο.Π.Π.Ε.) – Seniorcoach