Ο Βασίλης Σαμπράκος κουβεντιάζει με έναν γυμναστή που ειδικεύεται στην εκγύμναση παιδιών προσχολικής ηλικίας σχετικά με την κατάλληλη στιγμή και το κατάλληλο είδος άσκησης για ένα νήπιο, και γράφει για τα βασικά εμπόδια στη σχέση του παιδιού με την άσκηση: το ψηφιακό παιχνίδι και την νοοτροπία του γονιού.
Η εποχή με βρίσκει με την ευλογία να ζω δίπλα σε ένα 3χρονο κορίτσι. Και μια από τις αμέτρητες ουσιαστικές ανησυχίες μου σε σχέση με την ανατροφή του είναι η σχέση που θα αναπτύξει με την άσκηση και τον αθλητισμό.
Βλέποντάς την τις προάλλες να τρέχει με μεγάλο ενθουσιασμό στο τερέν ενός ποδοσφαιρικού γηπέδου, έπιασα τον εαυτό μου να κάνει συγκρίσεις. Την πρώτη την έκανα σχετικά με τα συναισθήματα που της δημιουργεί το tablet ή η τηλεοπτική οθόνη όταν παρακολουθεί το αγαπημένο της παιδικό πρόγραμμα. Δεν υπάρχει σύγκριση, η κόρη μου ενθουσιάζεται ασύγκριτα περισσότερο κάθε φορά που βρίσκεται σε φυσικό περιβάλλον που την προκαλεί να ασκηθεί. Κι ύστερα πιάνω να συγκρίνω τα δικά της ερεθίσματα με εκείνα που είχα στην ηλικία της. Τον καιρό που μεγάλωνα η συντριπτική πλειονότητα των ψυχαγωγικών επιλογών ενός νηπίου ήταν σχετικές με φυσικό παιχνίδι. Χωρίς internet, tablet, κινητά, παιχνιδοκονσόλες, υπολογιστές, ο δικός μου κίνδυνος της αποχαύνωσης ήταν ελάχιστος, συγκριτικά με τους σημερινούς κινδύνους. Στην πραγματικότητα η δική μου γενιά δεν μεγάλωσε με τον κίνδυνο να γίνει αδρανής, να μείνει στον καναπέ. Και δεν υπήρχε σημαντικός κίνδυνος σχετικός με την κοινωνικοποίηση, διότι η ανάγκη να παίξεις σε ανάγκαζε να κοινωνικοποιηθείς και μάλιστα με φυσική, όχι με ψηφιακή συναναστροφή.
Κοιτάζοντας γύρω μου, διαπιστώνω ότι είναι αρκετά τα νήπια που φτάνουν να περνούν καλύτερα με ένα κινητό από ό,τι με μια μπάλα ή ένα άλλο φυσικό παιχνίδι στα χέρια. Αν το δικό σου παιδί χρειάζεται μεγαλύτερη ενθάρρυνση για να σηκωθεί από τον καναπέ, ή αν ζεις με την εντύπωση ότι δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι από τώρα, δηλαδή από αυτή την νηπιακή ηλικία του παιδιού για να επενδύσεις στη σχέση που θα αναπτύξει με την άσκηση επειδή “είναι νωρίς”, μείνε μαζί μου σε αυτό το κείμενο για να διαβάσεις όσα μου έγραψε ένας ειδικός. Ο Φώτιος Ρήγας (@rigas.fotios) είναι γυμναστής, πτυχιούχος του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά είναι και υπεύθυνος σε προγράμματα εκγύμνασης παιδιών προσχολικής ηλικίας. Του ζήτησα να μου γράψει ένα κείμενο που απαντά στις βασικές ερωτήσεις του γονιού για τη σχέση που πρέπει να αναπτύξει ένα νήπιο με τον αθλητισμό και την άσκηση. Διαβάστε τις απαντήσεις, και θα σας συναντήσω στο τέλος του κειμένου.
“Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερα παιδιά, ακόμα και από την νηπιακή ηλικία, ασχολούνται με τη σωματική άσκηση και τον αθλητισμό. Όλοι μας ξέρουμε ότι ο αθλητισμός κάνει πολύ καλό στην υγεία, αλλά και ότι η απασχόληση και η κατανάλωση του ελεύθερου χρόνου των παιδιών μακριά από συνήθειες που μπορεί να είναι επιβλαβείς (τηλεόραση, διαδίκτυο, βιντεοπαιχνίδια) έχει σίγουρα θετικά αποτελέσματα. Πρέπει, λοιπόν, τα παιδιά να γυμνάζονται και να αθλούνται, αρχίζοντας από τη νηπιακή ηλικία. Συχνό όμως φαινόμενο σε αυτήν την ηλικία είναι η τάση να βαριούνται εύκολα και να θέλουν να αλλάζουν αθλήματα συνεχώς. Οι γονείς προβληματίζονται και διερωτώνται πώς να διαχειριστούν την θέληση του παιδιού τους για γυμναστική. Θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απάντηση στα συνήθη ερωτήματα που απασχολούν τους γονείς.
- Γιατί πρέπει το παιδί μου, από την νηπιακή ηλικία κιόλας, να γυμνάζεται;
Τα τελευταία νούμερα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη της Παχυσαρκίας στη Βιέννη δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά, ακόμη και για την Ελλάδα, καθώς περίπου ένα στα πέντε παιδιά (ποσοστό 18% έως 21% ανάλογα με τη χώρα) είναι παχύσαρκο. Είμαστε μια χώρα που ναι μεν νοείται μεσογειακή αλλά χωρίς όμως μεσογειακές συνήθειες στη διατροφή και την άθληση. Από τα “άσχημα” νούμερα γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η φυσική δραστηριότητα στα παιδιά είναι απαραίτητη όχι μόνο για τη σωματική αλλά και για την ψυχική τους υγεία. Ένα υγιές μυοσκελετικό και καρδιαγγειακό σύστημα, η αύξηση της ικανότητας νευρομυϊκής συναρμογής αλλά και η βελτίωση στον έλεγχο του άγχους, μιας και η άσκηση είναι ένα κατεξοχήν μέσο ψυχαγωγίας και εκτόνωσης είναι τα πραγματικά οφέλη της σωματικής άσκησης για το παιδί. Επιπλέον αρκετές επιστημονικές μελέτες παρουσιάζουν την έξαρση της παιδικής κινητικής αδεξιότητας που οφείλεται στην ενασχόληση των παιδιών με ηλεκτρονικά παιχνίδια, την πολύωρη παρακολούθηση τηλεόρασης αλλά και το μεγάλωμα του παιδιού μέσα σε ένα διαμέρισμα. Όλοι οι παραπάνω παράγοντες έχουν αρνητική επίδραση στην κινητική εξέλιξη του παιδιού και του στερούν την επιθυμία και το ενδιαφέρον προς τις αθλητικές δραστηριότητες.
- Ποιες είναι οι κινητικές δεξιότητες των νηπίων (2-6 έτη);
Στα πρώτα χρόνια της ζωής του το νήπιο προσπαθεί να αποκτήσει κάποιες στοιχειώδεις κινητικές ικανότητες, οι οποίες τον βοηθούν στην απόκτηση των βασικών κινητικών δεξιοτήτων. Ο όρος «κινητικές δεξιότητες» αναφέρεται στην ικανότητα ενός ατόμου να εκτελεί κινήσεις. Οι κινητικές δεξιότητες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: αδρές και λεπτές. Με τον όρο «αδρές κινητικές δεξιότητες», εννοούμε τη γενική ικανότητα του σώματός μας να κινείται. Στις αδρές κινητικές δεξιότητες περιλαμβάνονται οι κινήσεις του κεφαλιού, των ώμων, του κορμού, της λεκάνης, των βραχιόνων και των ποδιών. Οι «λεπτές κινητικές δεξιότητες» περιλαμβάνουν τις κινήσεις των ποδιών και των δαχτύλων τους, του προσώπου, του στόματος, των χεριών και των δαχτύλων τους. Η απόκτηση αυτών των δεξιοτήτων είναι σημαντική, γιατί σε αυτές στηρίζεται η ανάπτυξη των πιο σύνθετων, ειδικών κινητικών δεξιοτήτων που σχετίζονται με τα σπορ. Επειδή τα παιδιά πρέπει να αναπτύξουν μια σειρά από δραστηριότητες που απαιτούν τον έλεγχο του σώματος, της ισορροπίας και του χειρισμού, είναι επιτακτική ανάγκη να συμμετέχουν σε μια ποικιλία δραστηριοτήτων. Δεν είναι αρκετό να ελπίζουμε ότι τα παιδιά θα ανακαλύψουν τη φυσική δραστηριοποίηση και τα οφέλη της από μόνα τους. Οι γονείς πρέπει να διαμορφώσουν ευκαιρίες για δραστηριοποίηση των παιδιών τους και θα πρέπει να συμμετέχουν στη δράση μαζί τους. Τα παιχνίδια στις ηλικίες αυτές θα πρέπει να είναι ελεύθερα, χωρίς πολλή οργάνωση ή κανόνες. Για την ηλικία 2-3 ετών θα πρέπει να δίνονται ευκαιρίες για 30′ λεπτά μέτρια προς έντονη φυσική δραστηριοποίηση καθημερινά και για την ηλικία 4-6 ετών θα πρέπει να δίνονται ευκαιρίες για 60′ λεπτά μέτρια προς έντονη φυσική δραστηριοποίηση καθημερινά.
- Πώς θα επιλέξω την κατάλληλη δραστηριότητα για το παιδί μου;
Τα παιδιά πρέπει να έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα επιλογής των δραστηριοτήτων που θέλουν να κάνουν. Αυτό σημαίνει να φέρουμε το παιδί σε επαφή με διαφορετικά είδη γυμναστικής και άθλησης, αφήνοντας το ίδιο να επιλέξει αυτό που του ταιριάζει. Έτσι θα γυμναστεί πολύπλευρα και θα διαλέξει με μεγαλύτερη σιγουριά. Μπορεί να χρειαστεί καιρός για να καταλήξει το παιδί στην δραστηριότητα που του αρέσει. Ας έχουν εμπιστοσύνη οι γονείς στα παιδιά τους και εκείνα θα βρουν τρόπο να τους δείξουν τι προτιμούν και τι όχι. Παιδιά μικρότερα των 6 ετών δεν διαθέτουν κινητικές δεξιότητες που απαιτούνται σε ομαδικά αθλήματα. Για αυτό το λόγο είναι καλό να επιλέγονται δραστηριότητες που εξυπηρετούνται από τις βασικές δυνατότητες αυτών των ηλικιών όπως, το ελεύθερο παιχνίδι, τα παιχνίδια με μπάλα, απλό περπάτημα και τρέξιμο. Ιδανικά ατομικά αθλήματα για για αυτήν την ηλικία είναι η κολύμβηση, το μπαλέτο, η ρυθμική, ο χορός. Αν θέλουμε να τα εντάξουμε σε κάποιο σύλλογο θα πρέπει να υπάρχουν ακαδημίες με προγράμματα μίνι ποδοσφαίρου, μίνι μπάσκετ, μίνι τένις, ρυθμικής γυμναστικής, δίνοντάς τους έτσι το ερέθισμα να γνωρίσουν αρκετά αθλήματα και να γνωρίσουν κανόνες και τεχνική σε παιγνιώδη μορφή.
- Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος μου ως γονέας;
Οι γονείς μπορούν και πρέπει να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των παιδιών τους, να παρακολουθούν και να σχολιάζουν τις δραστηριότητές τους καθώς και να αθλούνται μαζί τους. Επίσης, με το παράδειγμά τους μπορούν να διδάξουν τη σωστή αθλητική συμπεριφορά, τη διατήρηση της ψυχραιμίας σε καλές και κακές στιγμές και το σεβασμό προς τον αντιπάλο. Πρέπει να διατηρούν ρεαλιστικές προσδοκίες για την εξέλιξη και τις επιδόσεις του παιδιού και να δίνουν έμφαση στον ψυχαγωγικό χαρακτήρα του αθλήματος, να επαινούν τα παιδιά για την προσπάθεια και να τα ενθαρρύνουν στην περίπτωση αποτυχίας. Είναι επιβεβλημένο να γίνεται ενδελεχής έρευνα από μέρους των γονιών για το αθλητικό περιβάλλον το οποίο θα εμπιστευθούν για το παιδί τους. Ο προπονητής θα πρέπει απαραίτητα να έχει επίσημα την επιστημονική γνώση από αρμόδιο πανεπιστήμιο, ενώ εξίσου σημαντικό είναι να διαθέτει και πιστοποιημένα τις παιδαγωγικές αρχές, οι οποίες χρειάζονται ούτως ώστε να μπορεί να ασχοληθεί επίσημα με παιδιά αυτής της ηλικίας. Οι εγκαταστάσεις, η καθαριότητα, η νοοτροπία των ανθρώπων του συλλόγου, η ομαδικότητα και η ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρει μια ακαδημία είναι σίγουρα στοιχεία που πρέπει να ελέγχουμε. Μην αμελήσετε τις ιατρικές εξετάσεις, αν απαιτούνται, για τη συμμετοχή του παιδιού σε κάποιο άθλημα.
Ως επίλογο, παραθέτω το αγαπημένο μου από τα πολλά αποφθέγματα του Paulo Coelho που συνεχίζουν να μας εμπνέουν ακόμη και σήμερα σε σχέση με τα παιδιά: «Ένα παιδί μπορεί να διδάξει σε έναν ενήλικο τρία πράγματα: να είναι ευτυχισμένος χωρίς ιδιαίτερο λόγο, να είναι πάντα απασχολημένος με κάτι και να ξέρει να απαιτεί με όλη του τη δύναμη αυτό που θέλει», και αυτό της Τζίνας Θανοπούλου (Ψυχο-εκπαιδευτική Σύμβουλος, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας): “Από τα μικρά παιδιά μπορούμε να μάθουμε απλά αλλά και ουσιαστικά πράγματα για την ουσία της ζωής και την ευτυχία!”.
Ολο αυτό είναι ένα θέμα που δεν καλύπτεται σε ένα σημείωμα. Αρκεί όμως μια πρόταση για να καλύψει τα μεγαλύτερα εμπόδια που έχει σήμερα ένα παιδί σχετικά με την άσκηση και τον αθλητισμό: το ψηφιακό παιχνίδι, η ζωή στο διαμέρισμα και η νοοτροπία του μέσου Ελληνα ότι το παιδί του θα γίνει ο πλούσιος πρωταθλητής που ο ίδιος δεν κατάφερε να γίνει είναι οι γενεσιουργοί αιτίες της προβληματικής σχέσης του παιδιού με την άσκηση και τον αθλητισμό. Προφανώς είναι χρήσιμο και ωφέλιμο το να ζει το νήπιο στην ψηφιακή εποχή, αλλά αν αύριο συναντάς στον καναπέ σου έναν υπέρβαρο, ράθυμο και αποξενωμένο έφηβο ή μια έφηβη, μάλλον θα έχει αποδειχθεί ότι το είχες παρακάνει με το τάμπλετ, που ήταν “η εύκολη λύση” και τότε θα είναι πάρα πολύ αργά για να του το πάρεις από τα χέρια ή για να το πείσεις το παιδί ότι πρέπει να κρατήσει στο άλλο χέρι και μια μπάλα.
Ευτυχώς για τα σημερινά νήπια, έχει επιτέλους αρχίσει να γίνεται και στην Ελλάδα κυρίαρχη η αντίληψη για την ανάγκη της σχέσης του ανθρώπου με την άσκηση και την προοπτική που αυτή η σχέση δημιουργεί για την καλή ζωή και την αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Δεν μπορούν να γίνουν όλα τα παιδιά πρωταθλητές με μετάλλια, κύπελλα και πλούτη για να λύσουν το βιοποριστικό πρόβλημα των γονιών τους. Μπορούν όμως όλα να γίνουν αθλητές και να σε ευγνωμονούν μια ζωή για αυτή σου την επιρροή πάνω τους. Αρκεί να έχεις συνειδητοποιήσει την αξία της άσκησης, αλλά και να μην προσπαθείς, με την έννοια του αυτοσκοπού, να ζήσεις μέσω του παιδιού σου την ζωή του πρωταθλητή που δεν έζησες.
ΠΗΓΗ: https://www.football-academies.gr/pote-einai-i-ora-gia-na-archisei-na-athleitai-ena-paidi/?fbclid=IwAR0-emj_rt5E7QUbD3ttHk2Jb3upUNw1yy6JLT4sPWqWUWNJaso5HmQNVNw